- ὑποτύπωσιν
- ὑποτύπωσιςsketchfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υποτύπωση — η / ὑποτύπωσις, ώσεως, ΝΜΑ [ὑποτυπῶ/ ώνω] παρουσίαση σε σχέδιο, σε γενικές γραμμές, σχεδιάγραμμα νεοελλ. 1. (τοπογρ.) η απεικόνιση τού εδάφους, με τα οριζόντια και κατακόρυφα χαρακτηριστικά του, υπό κλίμακα, συνήθως, 1:20.000 ή 1:50.000, η οποία… … Dictionary of Greek
Αγαθήμερος — I (3ος αι. μ.Χ.).Αλεξανδρινός γεωγράφος. Έγραψε τη Γεωγραφίας Υποτύπωσιν,που περιέχει στοιχεία ελληνικής γεωγραφίας, περιγράμματα των νήσων της Μεσογείου και τους πίνακες των ανέμων των Ερατοσθένη και Τιμοσθένη. Δύο άλλα γεωγραφικά συγγράμματά… … Dictionary of Greek